Συνέχεια από το μέρος Α’ (κλικ ΕΔΩ) και το μέρος Β’ (κλικ ΕΔΩ)
Γράφει ο Γρηγόρης Γιοβανόπουλος
Το Ελληνικό Ελαφρό Πεζικό του Δουκός της Υόρκης
Συνεχίζει ο Κολοκοτρώνης: , Πράγματι, πέραν του Κολοκοτρώνη, του Λεπενιώτη και του Πετμεζά, στο σώμα αυτό που έδρευε στη Ζάκυνθο, κατατάχθηκαν αρκετοί πολεμικοί άνδρες των Επτανήσων, της Ηπείρου, της Ρούμελης και του Μοριά, ο Δημήτριος Πλαπουτας, οι αδελφοί Αλέξιος και Κωνσταντίνος Βλαχόπουλοι, ο Γεώργιος Στράτος, ο Νικηταράς και ο πατέρας του Σταματέλος Τουρκολέκας, ο Αναγνωσταράς και άλλοι, ορισμένοι από τους οποίους είχαν ήδη υπηρετήσει στο Ελληνο-αλβανικό Σώμα των Γάλλων ή και προηγουμένως στους Ελαφρούς Κυνηγούς των Ρώσων. Στη συνέχεια η μονάδα αυτή, που προβλεπόταν να φθάσει τους δέκα λόχους και τους 1.100 άνδρες (δεν φαίνεται όμως να ξεπέρασε ποτέ τους 800), επονομάστηκε Ιο Σύνταγμα Ελληνικού Ελαφρού Πεζικού του Δουκός της Υόρκης (The Duke of York’s Greek Light Infantry), προς τιμήν του δευτερότοκου γιου του Βρετανού βασιλιά.
Σε αντίθεση με τους προηγούμενους ρωσικούς και γαλλικούς σχηματισμούς στα Επτάνησα, όπου οι εθελοντές συνέχιζαν να φέρουν αμετάβλητη την παραδοσιακή τους φορεσιά, οι Άγγλοι προσπάθησαν να αλλάξουν κάπως τη στολή τους διατηρώντας αρχικά τη φουστανέλλα και δίνοντάς τους ένα κόκκινο αμπέχωνο, χρυσοποίκιλτο για τους αξιωματικούς, οι οποίοι έφεραν επίσης θώρακα και μια παραλλαγή της περικεφαλαίας των δραγώνων της εποχής εκείνης. Ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης κατά τη διάρκεια της Επανάστασης, φορούσε τη στολή αυτής της μονάδας. Ο υπασπιστής του ο Φωτάκος γράφει: «Ο Κολοκοτρώνης εφορούσε κόκκινα φορέματα και σπαλέταις [: επωμίδες] αγγλικαίς», καθώς και τη γνωστή περικεφαλαία του, την οποία «αγαπούσε να φορεί». Στο μεταξύ ο Τσωρτς, «εκίνησε να υπάγει εις την Λόνδρα, και επαρησιάσθηκε με ελληνικά ενδυμένος. Τότε εκάμαμε όσοι καπετανέοι ‘Ελληνες ευρέθημεν εις Ζάκυνθο», θυμάται ο Κολοκοτρώνης, «μια αναφορά. Ο Τζουρτζ, αφού επήγε εις την Αγγλία, επαρησίασε την αναφορά και έλαβε την άδεια να σχηματίσει ένα ρεγιμέντο (σύνταγμα) από Έλληνες». Το γεγονός επισημαίνεται και από το Νικηταρά: «Ο Τζουρτζ επιστρέφει από την Αγγλία και κάμει νέο ρεγιμέντο». Πράγματι, την εποχή εκείνη (1813) αποφασίστηκε από τους Άγγλους η συγκρότηση και 2ου Ελληνικού Συντάγματος, που υπήρξε και το τελευταίο στη σειρά ένοπλο σώμα αυτού του τύπου στα Επτάνησα, συνολικής δύναμης 450 ανδρών που κατανεμόταν σε τέσσερις λόχους, με έδρα την Κεφαλλονιά.
Η τελευταία σημαντική επιχείρηση των ελληνικών εθελοντικών σωμάτων πραγματοποιήθηκε την άνοιξη του 1814 στις ηπειρωτικές ακτές γύρω από τα τείχη της Πάργας, όπου για άλλη μια φορά αντιπαρατέθηκαν οι κυριότεροι πρωταγωνιστές αυτής της εποποιίας. Το κάστρο υπερασπιζόταν ελληνο-γαλλική φρουρά υπό τις διαταγές του «Χατσή Νικολή» Παπάζογλου, ο οποίος είχε λάβει την εντολή να το υπερασπίσει με κάθε θυσία, καθώς τα στρατεύματα του Μουχτάρ πασά έσφιγγαν τον κλοιό τους γύρω από την πόλη, ενώ στην ακτή αποβιβαζόταν αγγλικός στρατός και πενήντα άνδρες του Ιου Ελληνικού Συντάγματος, υπό το θ. Κολοκοτρώνη.
Προ του κινδύνου να πέσουν στην εξουσία του Αλή, οι Παργινοί συνωμότησαν κατά της φρουράς: «Ο λαός έπιασε τους Φραντσέζους, έβαλε σημαία αγγλική, επήραμε την Πάργα», θυμάται ο Κολοκοτρώνης, ενώ στις 17 Μαρτίου του 1814 ο Αλή πασάς γράφει συγχυσμένος στον πρόξενο της Ρωσίας Μπενάκη: «Οι φίλοι μου οι Άγγλοι αιφνιδιαστικά κατέλαβαν την Πάργα, χωρίς να με ενημερώσουν και χωρίς να μου εκθέσουν τους λόγους και την πολιτική σκοπιμότητα που τους ώθησε σε αυτή την ενέργεια». Αυτό υπήρξε και το κύκνειο άσμα των Κυνηγών της Ανατολής, που από τους 200 άνδρες το 1810, τους 100 το 1812 έφτασε μόλις τους 35 το 1813. Με την,κατάρρευση όμως του Ναπολέοντα η βρετανική κυβέρνηση αποφάσισε με τη σειρά της τη σταδιακή κατάργηση των Ελληνικών Συνταγμάτων Ελαφρού Πεζικού, Αρχικά διαλύθηκε το 2ο Σύνταγμα (1814), και το ακολούθησε δύο χρόνια αργότερα το Ιο, του οποίου η δύναμη στην τελευταία του περίοδο έφθανε τους 567 άνδρες. «Τους έδωκαν από οκτακόσια τάλληρα του κάθε αξιωματικού και του καπετάνιου χίλια διακόσια και έτσι τους διέλυσαν», σημειώνει ο Κολοκοτρώνης. «Και εγώ έμεινα ακόμη δύο χρόνους εις το στάτο μαγιόρο (επιτελείο) και έπειτα με έβγαλαν και εμένα».
Παρ’ όλο που αρκετοί από τους αρχικούς πρωταγωνιστές της περιόδου εκείνης, όπως ο Γκόγκας Δαγκλής, ο Κατσαντώνης, ο Φώτος Τζαβέλας, ο Κίτσος Μπότσαρης και ο Νικόλαος Παπάζογλου, βρήκαν το θάνατο πριν το 1821, από τους υπόλοιπους που έδρασαν με τον έναν ή τον άλλο τρόπο στα Επτάνησα της δεκαπενταετίας 1799-1814, θα βρούμε δέκα στρατηγούς της Ελληνικής Επανάστασης (Κολοκοτρώνης, Πλαπούτας, Γιώτης Δαγκλής, Κοντογιάννης, Γούσης, Μάρκος και Νότης Μπότσαρης, Αναγνωσταράς, Περραιβός και Βλαχόπουλος), από τους οποίους οι τρεις τελευταίοι διετέλεσαν μάλιστα και Υπουργοί του Πολέμου στις πρώτες επαναστατικές κυβερνήσεις.
Από τους ξένους συμπολεμιστές τους εκείνων των πολέμων, ο μεν Γάλλος Φαβιέρος ανέλαβε τη διοίκηση του πρώτου τακτικού σώματος, ο δε Ιρλανδός Τσωρτς έγινε Αρχιστράτηγος την κατά ξηρά Ελληνικών δυνάμεων.
Αλλά εκείνο το περιβάλλον έδρασε πολυσύνθετα και διαμόρφωσε πολιτικές και στρατιωτικές προσωπικότητες. «Κατά την διάρκειαν των επτά τούτων ετών», σημειώνει ο μελλοντικός Κυβερνήτης της Ελλάδος, αναφερόμενος στην περίοδο της Επτανήσου Πολιτείας (1800-1807), «νέος έτι, ήρχισα τον δημόσιον βίον μου, κατ’ αρχάς ως έκτακτος επίτροπος της Κυβερνήσεως εν ταις Νήσοις, μετά ταύτα ως Υπουργός της εκτελεστικής εξουσίας καθ’ όλους τους κλάδους της διοικήσεως και τέλος ως γραμματεύς της Επικρατείας επί των Εξωτερικών, των Ναυτικών και του Εμπορίου», ενώ στο ίδιο κλίμα ανδρώθηκαν κατοπινά πολιτικά στελέχη της Επανάστασης πρώτης γραμμής, όπως ο Ανδρέας Μεταξάς.
Στη Λευκάδα τέλος, όπου ανθούσαν οι αποκρυφιστικές, και άλλες εταιρείες εκείνα τα χρόνια, συνέλαβε και ο διερχόμενος στα 1813 Εμμανουήλ Ξανθός, κατά δήλωση του ιδίου, την ιδέα να συστήσει μια μυστική εταιρεία, «βάσιν έχουσα την ένωσιν όλων των εν Ελλάδι και εις άλλα μέρη ευρισκομένων διαφόρων καπιτάνων αρματολών και άλλων επισήμων πάσης τάξεως ομογενών, δια να ενεργήσωσιν, ευκαιρίας δοθείσης, την ελευθέρωσιν της Πατρίδος», θέτοντας έτσι στη διάνοια του τις βάσεις για τη κατοπινή Φιλική Εταιρεία.
«Δεν είναι παρά αφού πήγα εις την Ζάκυνθο, όπου ευρήκα την Ιστορία της Ελλάδος εις την απλοελληνική», υπογραμμίζει ο Κολοκοτρώνης: «Εις τα νησιά εγνωρίστηκα με τους Βοτσαραίους και έκαμα τον Μάρκο Βότσαρη αδελφοποιτό». Και συνοψίζοντας την μακροα-νάλυσή του για την εποχή εκείνη, παρατηρεί: «Η γαλλική επανάστασις και ο Ναπολέων έκαμε, κατά τη γνώμην μου, να ανοίξει τα μάτια του κόσμου. Πρωτύτερα τα έθνη δεν εγνωρίζοντο, τους βασιλείς τους ενόμιζον ως θεούς της γης και ό,τι και αν έκαμναν, το έλεγαν καλά καμωμένο. Διά αυτό και είναι δυσκολότερο να διοικήσεις τώρα λαόν».
Έτσι σ’ αυτές τις ταραγμένες εποχές οι Έλληνες θα αποκτήσουν γνώσεις τακτικής και πολεμική πείρα, θα γνωρίσουν την περίπλοκη παγκόσμια πολιτικής σκηνή, θα διαμορφώσουν την εθνική τους συνείδηση, θα δημιουργήσουν μεταξύ τους δεσμούς και θα συγκροτήσουν το πολιτικό και στρατιωτικό προσωπικό που θα πρωταγωνιστούσε αργότερα στον πολύχρονο αγώνα της ανεξαρτησίας.
Με τιμή
Γρηγόρης Γιοβανόπουλος
Δάσκαλος
• ΒΙBΛIOΓΡΑΦΙΑ -ΠΗΓΕΣ
– Λεωνίδας Καλλιβρετάκης ,Ένοπλα Ελληνικά σώματα στη δίνη των Ναπολεοντείων πολέμων (1798-1815)”, Ιστορία του Νέου Ελληνισμού, Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα 2003, τ. I, σ. 185-200. Συλλογικό έργο.
-Θ. Κολοκοτρώνης, Διήγησις Συμβάντων της Ελληνικής
φυλής από τα 1770 έως τα 1836, Αθήνα, 1846
-Χριστ. Περραιβός, Ιστορία του Σουλίου και Πάργας, Αθήνα, 1857.
-Νικ. Σταματελόπουλος (Νικηταράς) «Απομνημονεύματα»
-Κ. Ν. Ρόδος, Οι Έλληνες του Ναπολέοντος-Νικόλαος
Τσεσμελής ή Παπάζογλου (1758-1819) εξ ελληνικών,
γαλλικών και αραβικών πηγών, Αθήνα, 1916.
-Βάσω Δ. Ψιμούλη, Σούλι και Σουλιώτες, Ε. Ι. Ε. Αθήνα, 1998.
-Βάσω Δ. Ψιμούλη, «Οι Σουλιώτες στα Επτάνησα», Τα Ιστορικά 38/2003.
-Κωνσταντίνου Σάθα «Έλληνες Στρατιώται εν τη Δύσει και Αναγέννησις της Ελληνικής Τακτικής» (έκδοση 1885)
Μπράβο σας.