Γράφει ο Γρηγόρης Γιοβανόπουλος
Η συνθήκη της Λωζάνης (24 Ιουλίου 1923) ήταν το τέλος μιας μακραίωνης σειράς συνθηκών που συρρίκνωναν την άλλοτε κραταιά Οθωμανική Αυτοκρατορία. Από τη συνθήκη του Κάρλοβιτς (26 Ιανουαρίου 1699 ) και μετά παρατηρείται μια βαθμιαία υποχώρηση των Οθωμανών αρχικά από την κεντρική Ευρώπη και αργότερα από τα Βαλκάνια (μετά την ανεξαρτησία της Ελλάδας το 1830 και τους βαλκανικούς πολέμους του 1912-13).
Η συμμετοχή της Οθωμανικής αυτοκρατορίας στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο με το μέρος των Κεντρικών δυνάμεων (Mittelmächte) και η συνακόλουθη ήττα της, την ανάγκασαν να υπογράψει τη συνθήκη των Σεβρών(28 Ιουλίου 1920) με την οποία ουσιαστικά αποχωρούσε από την Ευρωπαϊκή ήπειρο και περιορίζονταν στο μικρασιατικό οροπέδιο. Η Ελλάδα θα κατείχε την περιοχή Σμύρνης, η Κωνσταντινούπολη και τα στενά θα ήταν υπό διασυμμαχικό έλεγχο, οι αραβικές χώρες κέρδιζαν την ανεξαρτησία τους , ιδρύονταν η Δημοκρατία της Αρμενίας στην οποία πιθανόν να ενσωματώνονταν η περιοχή του Πόντου, το Κουρδιστάν ομοίως θα αποτελούσε ξεχωριστό κράτος και η Οθωμανική Αυτοκρατορία θα αποτελούσε παρελθόν.
Βεβαίως μια σειρά από αστάθμητους παράγοντες οι οποίοι δεν είναι δόκιμο να αναλυθούν στο παρόν κείμενο , κατέστησαν την εν λόγω συνθήκη μη αποδεκτή τόσο από τους Τούρκους , όσο και από τους «Συμμάχους» , Ιταλία και Γαλλία. Η Βρετανία υποστήριζε μεν τις ελληνικές αξιώσεις (τις οποίες η ίδια ενθάρρυνε αρχικά) αλλά δεν χορηγούσε καμμιά ουσιαστική βοήθεια. (Ο στρατηγός Γουίλσον έγραψε σχετικά: «Ο Winston και εγώ επεράσαμεμιανώραν με τον Βενιζέλον σήμερα το Απόγευμα. Του καταστήσαμε σαφές ότι ούτε εις άνδρας, ούτε εις χρήμα, ούτε εις την Θράκην, ούτε εις την Σμύρνην θα εβοηθούσαμε τους Έλληνας, διότι είχομεν αναλάβει περισσοτέρας υποχρεώσεις από όσας ο μικρός στρατός μας ηδύνατο να επιτελέση. Του είπα ότι θα καταστρέψη την χώραν του, ότι θα ευρίσκεται εις πόλεμον επί έτη με την Τουρκίαν και την Βουλγαρίαν και ότι η αποστράγγισης εις άνδρας και χρήμα θα ήτο υπέρ το δέον μεγάλη διά την Ελλάδα. Είπε ότι δεν συμφωνεί ουδέ εις μιανλέξιν από όσα είπα»).
Ο καταστροφικός ρόλος της Σοβιετικής Ένωσης έχει αναλυθεί σε προηγούμενο κείμενο όπως επίσης και ο ολέθριος δρόμος του αυτοκαταστροφικού φανατισμού που ακολούθησε η συντηρητική παράταξη. Το γεγονός είναι πως επήλθε η Μικρασιατική καταστροφή και ο ξεριζωμός 1.500.000 Ελλήνων από τις προαιώνιες εστίες τους. Συνέπεια όλων τούτων ήταν η υπογραφή μιας νέας συνθήκης που απεικόνιζε τη νέα πραγματικότητα.
Αυτή υπογράφτηκε στη Λοζάνη στις 24 Ιουλίου 1924 και φυσικά εκτός της ανταλλαγής των πληθυσμών που προέβλεπε ,δεν έθεσε θέμα ανεξαρτησίας του Κουρδιστάν και η Δημοκρατία της Αρμενίας που ιδρύθηκε στις 12 Μαρτίου 1922 ενσωματώθηκε στη Σοβιετική Ένωσημαζί με τη Γεωργία και το Αζερμπαϊτζάν και αποτέλεσε την Ομοσπονδία Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών της Υπερκαυκασίας. Οι Σοβιετικοί βέβαια παραχώρησαν την περιοχή Καρς , Αρνταχάν και Ιγντίρ στην Τουρκία για να ελέγξουν την Αζαρία και το Μπατούμι.
Οι δύο χώρες αφιερώθηκαν αρχικά στην επούλωση των τραυμάτων που δημιούργησαν οι πολύχρονες πολεμικές επιχειρήσεις. Μάλιστα με πρωτοβουλία του επανακάμψαντα στην ελληνική πολιτική σκηνή Ελευθερίου Βενιζέλου υπογράφτηκαν στην Άγκυρα στις 10-6-1930 και στις 30-10-1930 συνθήκες φιλίας, ουδετερότητας και διευθέτησης των διαφορών που υπήρχαν σχετικά με τις περιουσίες των προσφύγων.
Βέβαια λίγο αργότερα η Ελλάδα θα εμπλακεί στη δίνη του Β’ ΠαγκοσμίουΠολέμου ενάντια στις δυνάμεις του Φασισμού , ενώ η Τουρκία θα παίξει με επιτυχία το ρόλο του «επιτήδειου ουδέτερου» διαπραγματευόμενη με όλους .Η Τουρκία όμως παρά την επικράτηση του κοσμικού Κεμαλικού τρόπου διακυβέρνησης δεν θα ξεχάσει το Οθωμανικό αυτοκρατορικό παρελθόν της. Στις 29 Ιουνίου του 1939,θα ενσωματωθεί στην Τουρκία , μετά από νόθο δημοψήφισμα, μεταφορά εποίκων και εκδίωξη γηγενών Αράβων και Χριστιανών ,η επαρχία της Αλεξανδρέττας (Iskenderun) με το όνομα Χατάυ, με τις ευλογίες της (σήμερα αγανακτούσας) Γαλλίας.
Νωρίτερα θα υπογραφεί η συνθήκη του Μοντρέστις 20 Ιουλίου 1936 που δίνει στην Τουρκία τον πλήρη έλεγχο των Στενών και επιτρέπει την στρατιωτικοποίηση τους.
Το 1959 με τις συμφωνίες Ζυρίχης -Λονδίνου η Τουρκία αποκτά ρόλο εγγυήτριας δύναμης στην Κύπρο (την οποία είχε πουλήσει με το ποσόν των 92.799 λιρών , 11 σελινίων και 5 πενών (sic) ετησίως). Βέβαια οι Τούρκοι είχαν πάρει τα μέτρα τους και είχαν έτοιμο σχέδιο για τη Μεγαλόνησο καθώς το 1956 η Κυβέρνηση του Αντνάν Μεντερές ανάθεσε στον πανεπιστημιακό καθηγητή του Συνταγματικού Δικαίου, ΝιχάτΕρίμ, τη σύνταξη μιας έκθεσης, στην οποία θα βασιζόταν ο μελλοντικός πολιτικός σχεδιασμός των τουρκικών κυβερνήσεων όσον αφορά το θέμα της Κύπρου.
Ο καθηγητής παρ’ όλο που ήταν προβεβλημένο στέλεχος της Αντιπολίτευσης αποδέχτηκε την πρόταση λόγω του ότι ο χαρακτήρας της ,αφορούσε ιδιαίτερα σημαντικό Εθνικό σκοπό (στην περίπτωση της Ελλάδας τέτοιες ενέργειες μάλλον είναι περιττές πολυτέλειες!!!!).
Οι πολιτικές κατευθύνσεις ήταν:
- Οι Άγγλοι να παραμείνουν στην Κύπρο.
- Αν πρόκειται να φύγουν , η νήσος να αποδοθεί στην Τουρκία.
- Αν τούτο δεν είναι δυνατό , να διχοτομηθεί.
- Αυτοδιοίκηση.
- Η μορφή που δεν επιθυμούμε διόλου: Η απόδοση της Μεγαλονήσου στην Ελλάδα.
Ο ΝιχάτΕρίμ παρέδωσε την έκθεσή του που φυσικά δεν μπορεί να αναλυθεί στο παρόν κείμενο και που ανάλυσε την τακτική που έπρεπε να ακολουθηθεί από την Τουρκία πράγμα που πραγματοποιήθηκε από τις τουρκικές Κυβερνήσεις .
Έτσι στις 20 Ιουλίου 1974 , 5 ημέρες μετά το ανόητο πραξικόπημα της Χούντας εναντίον του Προέδρου Μακαρίου, Τουρκικά στρατεύματα εισβάλουν στην Κύπρο με την επιχείρηση Αττίλας (AtillaHarekâtı) για να υλοποιήσουν την (κατ’ αυτούς) Επιχείρηση ειρήνευσης Κύπρου (τουρκικά: KıbrısBarışHarekâtı). Η Τουρκία υποστηρίζει πως η επιχείρηση αποτελεί ειρηνευτική επέμβαση νομιμοποιημένη από το άρθρο 4 της Συνθήκης Εγγυήσεων (συμφωνίες Ζυρίχης-Λονδίνου). Τόσο τα Ηνωμένα Έθνη όσο και το Συμβούλιο της Ευρώπης την αναφέρουν ως εισβολή. Παρά την εκεχειρία που συνάπτεται στις 23 Ιουλίου , την οποία η Τουρκία χρησιμοποιεί για να μεταφέρει επιπλέον στρατεύματα , στις 14 Αυγούστου με την επιχείρηση Αττίλας ΙΙ θα ενοποιήσει τους Τουρκοκυπριακούς θύλακες και θα καταλάβει το 36,2 του εδάφους της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Αργότερα το 1983 θα ανακηρύξει την «Τουρκική Δημοκρατία της Βόρειας Κύπρου» την οποία ελέγχει πολιτικά , οικονομικά και στρατιωτικά με τους 40.000 στρατιώτες που διατηρεί εκεί.
Από τότε το «Κυπριακό πρόβλημα» δεν έχει λυθεί καθώς οι Τούρκοι πιστοί στο σχέδιο του ΝιχάτΕρίμ επιδιώκουν την ουσιαστική διχοτόμηση του νησιού. Πρόσφατα ο νεοεκλεγείς Πρόεδρος των Τουρκοκυπρίων ΕρσίνΤατάρ δήλωσε (πιστός στις προτάσεις του ΝιχάτΕρίμ ) (Alexandreia-gidas.gr , ΙΣΤΟΡΙΟΓΝΩΣΙΑ 29-7-2019, Σχέδιο Άτσεσον: Mια χαμένη ευκαιρία για το Κυπριακό, ή μια πρώτη αποτυχημένη απόπειρα διχοτόμησης της Κύπρου;)πως στην Κύπρο υπάρχουν δύο λαοί και δύο κράτη.
Παράλληλα η Τουρκία άνοιξε και τα θέματα του Αιγαίου. Το 1996 με την κρίση στα Ιμια αμφισβητήθηκε η ελληνική κυριαρχία σε μικρά νησιά και βραχονησίδες της περιοχής αλλά ακόμα και έως τη Γαύδο νοτίως της Κρήτης. Το 2003 η Τουρκία μετατόπισε το ενδιαφέρον της από το Αιγαίο στην Ανατολική Μεσόγειο προσπαθώντας να κινηθεί στο «Δόγμα Νταβούτογλου» όπως αυτό αναλύεται στο βιβλίο του(Αχμέτ Νταβούτογλου, το Στρατηγικό Βάθος, η διεθνής θέση της Τουρκίας).
Η Τουρκία αισθάνθηκε ότι οι φιλοδοξίες της να αναβαθμιστεί ως περιφερειακή δύναμη στην Ανατολική Μεσόγειο κινδυνεύουν να μην πραγματοποιηθούν ποτέ αν εντοπιστούν υδρογονάνθρακες εντός της κυπριακής ΑΟΖ νοτίως του νησιού και ακόμα χειρότερα αν η Ελλάδα κάνει αντίστοιχη ανακάλυψη εντός της δικής της Οικονομικής ζώνης (έστω και αν δεν είχε ανακηρυχθεί ακόμη). Έκτοτε αμφισβητεί την κυπριακή και την Ελληνική κυριαρχία στην περιοχή και διεκδικεί όλες τις θαλάσσιες περιοχές δυτικά της Κύπρου μέχρι τη Ρόδο θεωρώντας ότι αποτελούν τμήμα της τουρκικής υφαλοκρηπίδας. Σύμφωνα με την Τουρκία να νησιά δεν έχουν υφαλοκρηπίδα αλλά μόνο χωρικά ύδατα (και αυτά μόνο 6 μ.). Οι απειλές εκτός από νομική αμφισβήτηση περιλαμβάνουν και απειλή χρήσης βίας.
Αφήστε μια απάντηση