Καλή σας ημέρα, φίλες και φίλοι μου.
Να ζητήσω μια τεράστια συγγνώμη για την τόσο μεγάλη απουσία μου, αλλά ας όψεται ο «υπερσύγχρονος» υπολογιστής μου, που εκεί που έκαιγε μαζούτ, έφτασε στο σημείο, ούτε με ροκανίδι να μη δουλεύει.
Τέλος πάντων, όλα καλά και συνεχίζουμε!
«Αχ, Ελλάδα μου» ο σημερινός τίτλος και δεν θα ήθελα να πω πολλά για τη Μεγάλη μας Εθνική Εορτή.
Το μόνο που θα ήθελα να κάνω είναι να δώσω πολλά, πολλά Συγχαρητήρια!
Συγχαρητήρια Πολλά, λοιπόν, στη Δασκάλα της Τρίτης Τάξης του Δημοτικού Σχολείου Αγκαθιάς-Κυψέλης για το όμορφο κείμενο που μοίρασε στα παιδιά, ενόψει της 25ης Μαρτίου.
Και αποσπασματικά το παραθέτω…
25η Μαρτίου
Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ
Οι Τούρκοι είχαν σκλαβωμένη την Ελλάδα για τετρακόσια ολόκληρα χρόνια και οι Έλληνες υπέφεραν πολλά. Τους άρπαζαν τις περιουσίες τους, τους έκαναν σκλάβους, σκότωναν άντρες και γυναίκες. Άρπαζαν τα νεαρά αγόρια και τα έκαναν Τούρκους στρατιώτες. Ήταν το γνωστό «Παιδομάζωμα» και οι στρατιώτες που έβγαιναν από αυτό οι «Γενίτσαροι».
Απαγόρευαν στους Έλληνες να πιστεύουν στο Θεό, αλλά και τα παιδιά να πηγαίνουν σχολείο. Γι’ αυτό το λόγο δημιουργήθηκε το «Κρυφό Σχολειό», όπου τα παιδιά πήγαιναν κρυφά, συνήθως τη νύχτα, για να μάθουν γράμματα, αλλά και την ιστορία της Ελλάδας από το στόμα του ιερέα.
Οι Έλληνες δεν άντεξαν άλλο και αποφάσισαν να επαναστατήσουν και να πολεμήσουν. Ίδρυσαν τη «Φιλική Εταιρία» για να οργανώσουν το στρατό και τον αγώνα τους.
Στις 25 Μαρτίου 1821 κήρυξαν την Επανάσταση στο μοναστήρι της Αγίας Λαύρας και έδωσαν όρκο κάτω από το λάβαρο, το κεντημένο με το «Ελευθερία ή Θάνατος».
Χωρίς όπλα και βοήθεια βγήκαν στα βουνά κι έκαναν ανταρτοπόλεμο. Πολέμησαν κι έγιναν ήρωες. Ο Μάρκος Μπότσαρης κι ο Αθανάσιος Διάκος, ο Ανδρέας Μιαούλης κι ο Κωνσταντίνος Κανάρης, η Μαντώ Μαυρογένους κι η Μπουμπουλίνα.
Αν και λίγοι, κατάφεραν και ελευθερώθηκαν. Κατάφεραν και νίκησαν γιατί είχαν Μεγάλη Ψυχή και Πολύ Θάρρος. Είχαν Πίστη στο Θεό και πολεμούσαν για το «Δίκαιο». Λάτρευαν την Όμορφη και Δοξασμένη Ελλάδα τους.
Σε μια μονάχα σελίδα μια ολόκληρη Ιστορία. Ένα Μεγαλείο. Ένα Έθνος.
Σίγουρα δεν ήταν η μόνη Δασκάλα, θέλω να πιστεύω, που έκανε κάτι τέτοιο.
Εγώ, αυτό έπεσε στα χέρια μου και σ’ αυτό αναφέρομαι.
Κι αυτό γιατί αποτελεί μια «Πνοή Ελπίδας».
Τη στιγμή που η χώρα μας βρίσκεται σε μια δίνη γεγονότων, που κανείς δεν ξέρει που θα οδηγήσουν…
Τη στιγμή που ακούμε, βλέπουμε και δεν τολμούμε να μιλήσουμε…
Τη στιγμή που μαθαίνουμε στα παιδιά μας πως οι μάχες δίνονται στα γήπεδα, κι εκεί κυκλοφορούν με όπλα…
Τη στιγμή που χάνονται σύνορα, αξίες και αρχές…
Ε, λοιπόν, την ίδια στιγμή αυτό το κείμενο αποτελεί «ηλιαχτίδα» μέσα στη σκοτεινιά και τη μουντάδα της συννεφιάς.
Αν είχαμε τα μισά από όσα διέθεταν οι «γνήσιοι» πατριώτες τότε…
Δεν θα γινόταν το Αιγαίο «μπάτε σκύλοι αλέστε».
Δεν θα τολμούσαν οι «Άρχοντες» του τόπου να συμβιβάζονται.
Δεν θα διαπραγματεύονταν το Σταυρό της Σημαίας μας.
Δεν θα κινδύνευε η Μακεδονία μας.
Δεν θα παζάρευαν τον Τόπο μας.
Ναι, βρε Ελλάδα μου Σ’ Αγαπώ και δεν Φοβάμαι.
Γιατί κανέναν δεν θ’ αφήσουμε να σε πειράξει.
Γιατί πιστεύουμε ακράδαντα σ’ αυτό που είπε τότε ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, ο Γέρος του Μοριά…
«Ο Θεός έβαλε την Υπογραφή Του για τη Λευτεριά της Ελλάδας και δεν την παίρνει πίσω»
Χρόνια Πολλά!
Και φιλιά, μέχρι την επόμενη φορά!
Κείμενο:
Ελισάβετ Δελιοπούλου
Αφήστε μια απάντηση