ΙΣΤΟΡΙΟΓΝΩΣΙΑ posted by

Ιστοριογνωσία: MAVI VATAN 2019 μ.Χ. – ΜΑΝΤΖΙΚΕΡΤ 1071 μ.Χ

Ιστοριογνωσία: MAVI VATAN 2019 μ.Χ. – ΜΑΝΤΖΙΚΕΡΤ 1071 μ.Χ

Γράφει ο Γρηγόρης Γιοβανόπουλος

Συνέχεια από το Μέρος Α’ (κλικ ΕΔΩ) και το Μέρος Β’ (κλικ ΕΔΩ)

Ο Ρωμανός  Διογένης ήταν γιος του προαναφερθέντος Κωνσταντίνου Διογένη και γεννήθηκε γύρω στο 1025. Λόγω της καταγωγής του ακολούθησε στρατιωτική σταδιοδρομία αλλά παρότι Καππαδόκης  έδρασε όπως και ο πατέρας του στη Βόρεια Βαλκανική . Εκεί επέδειξε σημαντική στρατιωτική δράση και απέκτησε διαδοχικά τους τίτλους του Πατρίκιου , Στρατηγού Κατεπάνω, Ανθύπατου και Βέστη. Ονομάστηκε Δούκας της Σαρδικής (Σόφια Βουλγαρίας) και πολέμησε γενναία και με επιτυχία τους Βόρειους βαρβαρικούς λαούς οι οποίοι περνώντας το Δούναβη λεηλατούσαν τις Βυζαντινές επαρχίες. Σημαντικές στάθηκαν οι νίκες του κατά των Πετσενέγων (τουρκικός λαός που αποκαλείται από τους χρονογράφους Σαυρομάτες).

Φαίνεται πως η εντύπωση που έκανε σ’ αυτούς ο γενναίος αυτός Στρατηγός ήταν πολύ μεγάλη καθώς αυτοί έδειχναν μεγάλη συμπάθεια και πίστη σ’ αυτόν. Γράφει ο Μ. Ατταλειάτης : « Επείθοντο γαρ εκείνοι (Σαυρομάτες) τω ανδρί τούτω» .

Αλλά και στους πληθυσμούς της Ανατολής και της Καππαδοκίας ήταν ιδιαίτερα συμπαθής ο Ρωμανός και λόγω της καταγωγής και λόγω της ιστορίας του αλλά και λόγω της προσωπικής αξίας και συμπεριφοράς του.

Ο γενναίος αυτός Στρατηγός απογοητευμένος (όπως και πολλοί άλλοι στρατιωτικοί) από το αντιστρατιωτικό πνεύμα που κυριάρχησε στην Κωνσταντινούπολη , φαίνεται πως μελετούσε να επαναστατήσει κατά του απόλεμου Αυτοκράτορα αλλά όσο ζούσε ο Κωνσταντίνος Δούκας δεν έκαμε καμία ενέργεια. Μετά το θάνατό του όμως  ,βλέποντας πως τίποτε δεν αλλάζει αποφάσισε να κινηθεί χρησιμοποιώντας ως βοηθητικά στρατεύματα τους έμπιστούς του (όπως νόμιζε) Πετσενέγους. Προδόθηκε όμως από κάποιον έμπιστό του , συνελήφθη και οδηγήθηκε στην Κωνσταντινούπολη για να δικαστεί.

Ο Ρωμανός Διογένης όμως δεν ήταν μια τυχαία φυσιογνωμία. Σύντομα η ειλικρίνεια , η παρρησία και η υπερηφάνειά του κέρδισαν το λαό αλλά και τους δικαστές του . αναγνωρίστηκαν τα ανιδιοτελή του κίνητρα και όλοι εύχονταν να αθωωθεί: « υπήρχον εξ ακοής ερασται» (Σκυλίτζης) …..   «ου φιλαυτίας αλλά φιλαδελφείας όλος ην»

Το παρουσιαστικό του ήταν εντυπωσιακό και κέρδιζε αμέσως τις εντυπώσεις.

Ο Μιχαήλ Ατταλειάτης ο οποίος ήταν παρών στη διαδικασία της δίκης γράφει :

«Ην γαρ ο ανήρ ου μόνον τοις άλλοις πλεονεκτήμασι πρότερων , αλλά και θεαθήνει παντάπασιν ήδιστος , επιμήκης τε και στέρνων και νώτων  εν καλώ καθορώμενος, και ευγενές τι πνέων ως αληθώς και διογενές , ευόφθαλμος τε είπερ τις άλλος , και κάλλος αποστίλβων τοις οφθαλμοίς , μητ’ ακριβές το λευκόν μήτε το μέλαν αποσώζων ωσαύτως αλλ’ ‘ωσπερ συγκερασμένος τω ερυθήματι , καν τούτοις άπασι την γλυκύτητα περιθέουσαν έχων και άξιον είδος κατά το κωμικόν τυραννίδος επιδεικνύμενος»

Η εξωτερική του εμφάνιση φαίνεται πως εντυπωσίασε την Ευδοκία η οποία συμπάθησε και σπαλχνίστηκε τον ηρωικό Στρατηγό που τόσες νίκες κέρδισε για την Αυτοκρατορία . Ίσως ήταν και κάτι περισσότερο καθώς ο Ζωναράς γράφει : « εις δε και έρως ουκ έχω λέγειν».

Η Ευδοκία θα συγκινηθεί και θα δώσει χάρη στο Ρωμανό , οποίος επευφημούμενος θα απαλλαγεί από τις κατηγορίες και θα αναχωρήσει για την Καππαδοκία. «Περιέσχεν έλεος άσχετον την Αυγούσταν , και σταλαγμοί δακρύων των βλεφάρων ταύτης εξέπεσαν»    και « λυθείς του εγκλήματος εξήει προς την Καππαδόκων» (Ατταλειάτης).

Τα Χριστούγεννα του 1067 να ανακληθεί στην Βασιλεύουσα και στο ναό της Αγίας Σοφίας «Μάγιστρος τιμάται και στρατηλάτης προβέβληται παρά της βασιλίδος προελθούσης βασιλικώς μετά των ιδίων παίδων εις τον μέγιστον και περίπτυστον της του θεού Σοφίος σηκόν» .

Την πρωτοχρονιά του 1068 λοιπόν  ο Κατεπάνω , Δούκας της Σαρδικής Ρωμανός Δ’ Διογένης θα στεφθεί Αυτοκράτορας  και αφού θα υπερνικηθεί η αντίδραση της Ντρουζίνας των Βαράγγων θα προσπαθήσει με όλες του τις δυνάμεις να ανορθώσει την παραπαίουσα Αυτοκρατορία.  Από την αρχή όμως της προσπάθειας θα υπάρχουν τα σπέρματα της προδοσίας καθώς ο Ρωμανός είτε από μεγαθυμία , είτε από αδυναμία δεν απομάκρυνε τον «Υπατο των φιλοσόφων» αρχισυνομώτη των Ανακτόρων , τον Καίσαρα Ιωάννη Δούκα , τον κατοπινό Αυτοκράτορα Μιχαήλ Παραπινάκιο και τους αυλικούς που συνομωτούσαν εναντίον του.

Παρόλα αυτά ο Ρωμανός εκτός από κάποια οικονομικά μέτρα που πήρε προσπάθησε με πάθος να συγκεντρώσει και να οργανώσει αξιόμαχο στράτευμα για να αντιμετωπίσει μετωπικά την απειλή των Σελτζούκων Τούρκων οι οποίοι κατέστρεφαν συνεχώς τις ανατολικές επαρχίες της Αυτοκρατορίας.

Όπως όμως προείπαμε η κατάσταση ήταν οικτρή. Ο Θεματικός στρατός , το στήριγμα της Αυτοκρατορίας δεν υπήρχε πια. Τα φοβερά και πειθαρχημένα βυζαντινά στρατεύματα είχαν αντικατασταθεί από σώματα μισθοφόρων αξιόμαχα μεν , αναξιόπιστα δε.

Όμως ο Ρωμανός δεν απογοητεύεται και σε δύο μήνες περνά το Βόσπορο  εκστρατεύοντας κατά των Τούρκων. « Και την πολεμικήν πανοπλίαν από των Ανακτόρων ενδύς , ασπίδα τε λαβών τη αριστερά και δόρυ τη δεξιά κολλητόν βλήτροισι δύο και εικοσίπηχυ , ώετο τη μεν αποφράττειν τοις πολεμίοις την έφοδον»

Το στράτευμα που συγκέντρωσε ο Ρωμανός δεν είχε καμιά σχέση με τη φοβερή στρατιά που διοικούσε ο Βασίλειος Β’ . Ηταν εντυπωσιακά ανομοιογενές καθώς αποτελούνταν από Μακεδόνες , Βούλγαρους , Καππαδόκες , Ούζους , Φράγκους , Βάραγγους , Ρώσους, Πατσινάκες.

Παρόλα αυτά η φήμη του Ρωμανού και η αιφνιδιαστική αυτή εκστρατεία είχαν αποτέλεσμα καθώς ο Αλπ -Αρσλάν Σουλτάνος του Τούρκων υποχώρησε αμέσως από τα ανατολικά εδάφη της Αυτοκρατορίας σε πιο οχυρές θέσεις  της επικράτειάς του μέχρι να αναλύσει τη νέα κατάσταση που δημιουργούσε η τολμηρή κίνηση του Ρωμανού.

Μετά από πολλές περιπέτειες όπου η νίκη και η ήττα κινούνταν παράλληλα με την τύχη του Ρωμανού και του στρατού του , αφού πέτυχε κάποιες σποραδικές επιτυχίες επέστρεψε στην Κωνσταντινούπολη στα τέλη του Ιανουαρίου του 1069 μ. Χ.

Παρόλο το γεγονός της απουσίας μιας αποφασιστική νίκης η κατάσταση είχε αρχίσει να αλλάζει καθώς οι Βυζαντινοί αναθάρρησαν και οι Τούρκοι αντιλήφθηκαν πως απέναντί τους βρίσκεται ένας γενναίος και αποφασιστικός ηγέτης.

Τον Απρίλιο του 1069 μ.Χ. ο Ρωμανός ξεκίνησε τη δεύτερη εκστρατεία του η οποία είχε αντίστοιχα αποτελέσματα με την πρώτη. Οι ταχύτατες δυνάμεις των Τούρκων εμφανίζονταν ξαφνικά κατέστρεφαν και λεηλατούσαν αλλά δεν ερχόταν σε  μάχη εκ παρατάξεως με την ετερόκλητη βυζαντινή στρατιά . μετά το αρνητικό γεγονός της λεηλασίας του Ικονίου στα τέλη του 1069 ο Αυτοκράτορας γύρισε στην Κωνσταντινούπολη. Κατά το έτος 1070 ο Ρωμανός δεν συμμετείχε σε εκστρατεία αλλά όρισε αρχηγό τον νεαρό 23χρονο Στρατηγό  Μανουήλ Κομνηνό αδελφό του μετέπειτα Αυτοκράτορα Αλέξιου Κομνηνού.  Αυτός παρόλη την σωφροσύνη και την ικανότητα που τον διέκρινε έπεσε σε παγίδα και αιχμαλωτίστηκε. Παρόλα αυτά όμως κατάφερε να πεισει τον Τούρκο Εμίρη που τον αιχμαλώτισε να προσχωρήσει στους βυζαντινούς και γύρισε μαζί του στην Κωνσταντινούπολη όπου τιμήθηκε και αυτός και ο Τούρκος Εμίρης από τον Ρωμανό. Δυστυχώς αυτός ο πολλά υποσχόμενος <Στρατηγός θα αρρωστήσει βαριά κατά το έτος 1071 και θα πεθάνει βυθίζοντας στη θλίψη τον Αυτοκράτορα.

Στις 13 Μαρτίου 1071 ο Ρωμανός επικεφαλής της στρατιάς θα ξεκινήσει την τρίτη εκστρατεία κατά των Σελτζούκων και  θα διαβεί το δρόμο για το ραντεβού με την προδοσία και την καταστροφή. Θα ακολουθήσει το βορεινό δρόμο και αφού περάσει τους ποταμούς Σαγγάριο και Άλυ , θα φτάσει κοντά στη Σεβάστεια όπου θα αφήσει το στρατό του να ξεκουραστεί . Από εκεί και αφού αντιμετωπίσει μια ανταρσία των Γερμανών μισθοφόρων του . Στο στρατιωτικό συμβούλιο  που συγκάλεσε υπήρξαν δύο απόψεις . Οι Στρατηγοί Νικηφόρος Βρυέννιος και Ιωσήφ Τραχανιώτης πρότειναν να οχυρωθεί ο στρατός στα φρούρια που κατείχε και ερημώνοντας την περιοχή να αναγκάσει τους Τούρκους είτε να αποσυρθούν, είτε να δώσουν μάχη σε έδαφος που συνέφερε τους Βυζαντινούς. Άλλοι Στρατηγοί πρότειναν στον Ρωμανό να προελάσει στα εδάφη του Τούρκων και να καταστρέψει το στρατό τους πριν αυτοί εισβάλλουν στην Αυτοκρατορία. Ο Ρωμανός αποδέχτηκε τη δεύτερη πρόταση και ο στρατός πήρε το δρόμο . Φτάνοντας στη Θεοδοσιούπολη (σημερινό Ερζερούμ) έστειλε ένα μέρος του στρατού του (περίπου 20.000 άνδρες) εναντίον του σημαντικού οχυρού Χλίατ με αρχηγό τον Μάγιστρο Ιωσήφ Τραχανιώτη  ενώ ο ίδιος θα κινούνταν εναντίον του οχυρού της πόλης Μαντζικέρτ την οποία  αφού καταλάμβανε θα ενώνονταν και πάλι με τις δυνάμεις του Τραχανιώτη στο Χλίατ πιστεύοντας ότι ο εχθρός θα εμφανίζονταν  στα Νοτιοανατολικά του Χλίατ. Το Μαντζικέρτ έπεσε εύκολα αλλά ο Ρωμανός δεν είχε ιδέα για το γεγονός ότι ο Σουλτάνος Αλπ Αρσλάν κατευθύνονταν ταχύτατα εναντίον του μια και όταν έμαθε για την εισβολή των Βυζαντινών στην Αρμενία θεώρησε την κίνηση αυτή ως μεγάλη απειλή για το κράτος του.

Ξαφνικά μια μονάδα του στρατού δέχτηκε επίθεση από Τούρκους και σιγά-σιγά η σύρραξη γενικεύτηκε . Οι Στρατηγοί Νικηφόρος Βασιλάκιος και Νικηφόρος Βρυέννιος που στάλθηκαν ως ενίσχυση δεν κατάφεραν τίποτε μιας και ο ένας (Νικηφόρος Βασιλάκιος) αιχμαλωτίστηκε και ο άλλος (Νικηφόρος Βρυέννιος) τραυματίστηκε.

Δεν είχαν αντιληφθεί ακόμη ότι μάχονταν εναντίον ολόκληρης της εχθρικής στρατιάς. Στις 25 Αυγούστου του 1071  ένα μέρος των μισθοφόρων του Ρωμανού αποτελούμενο από Ούζους και Πετσενέγους αυτομόλησε προς τους συγγενείς φυλετικά Τούρκους , πράγμα που δημιούργησε ταραχή στο στρατόπεδο και πτώση του ηθικού.

Ο Ρωμανός όμως δεν έχασε το θάρρος του . αφού έστειλε αγγελιοφόρους στο Χλίατ να ειδοποιήσουν τον Τραχανιώτη και τον Νορμανδό Ουρσέλ ντε Μπαγιέλ αρχηγό των Νορμανδών μισθοφόρων να βαδίσουν άμεσα προς το Μαντζικέρτ. Επειδή όμως πίστεψε πως θα αργούσαν αποφάσισε την επόμενη ημέρα 26 Αυγούστου 1071 μ.Χ να συγκρουστεί με τους Τούρκους.

Δεν γνώριζε όμως ότι η πρώτη πράξη της προδοσίας είχε επιτευχθεί καθώς αυτοί από τους οποίους περίμενε βοήθεια , μόλις έμαθαν ότι ο Αλπ Αρσλαν κατευθύνεται προς το μέρος τους υποχώρησαν γρήγορα και άτακτα και μέσω της Μεσοποταμίας επέστρεψαν σε βυζαντινά εδάφη.

Ολοκληρώνεται με το Μέρος Δ’..

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *